Το Διαδίκτυο έχει πλέον γίνει το καθολικό μέσο επικοινωνίας, ο παγκόσμιος δίαυλος αδιανόητων μέχρι πρόσφατα πληροφοριών, που με λίγα «κλικ» φτάνουν στα μάτια μας και στα αυτιά μας και από εκεί στον εγκέφαλό μας. Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει τα πλεονεκτήματα της άμεσης πρόσβασης σε έναν τέτοιο πλούτο γνώσεων - και ποιος αμφιβάλλει ότι κορωνίδα αυτής της διαδικασίας είναι η διάσημη πια μηχανή αναζήτησης Google;
Όμως αρχίζει να γίνεται συνείδηση σταδιακά ότι όλο αυτό το «δώρο» έρχεται με ένα τίμημα. Όπως είχε παρατηρήσει ο κορυφαίος θεωρητικός των media Marshall McLuhan, ήδη από τη δεκαετία του ΄60, όταν δεν υπήρχε το Δίκτυο, τα μέσα επικοινωνίας και ενημέρωσης δεν είναι απλώς παθητικά κανάλια πληροφόρησης, που προσφέρουν υλικό για τη σκέψη με την μορφή των πληροφοριών, αλλά διαμορφώνουν την ίδια τη διαδικασία της σκέψης. Και αυτό ακριβώς φαίνεται να κάνει ήδη το Ίντερνετ: υποσκάπτει την ικανότητά μας για συγκέντρωση, βαθιά σκέψη και διαλογισμό. Το μυαλό εθίζεται στην ευκολία: ξέρει ότι θα βρει στο διαδίκτυο ό,τι θέλει. Κάποτε το μυαλό μας βυθιζόταν σε έναν ωκεανό λέξεων, τώρα «κάνει τζετ σκι» στην επιφάνεια του νερού!
Πολλοί άνθρωποι έχουν την ίδια εμπειρία: όσο περισσότερο χρησιμοποιούν το Ίντερνετ, τόσο περισσότερο πρέπει να δώσουν μάχη για να μείνουν συγκεντρωμένοι στις σκέψεις τους ή σε μεγάλα γραπτά κείμενα. Όσο περισσότερο ασχολείται κανείς με ιστολόγια (blogs), είτε γράφοντας είτε απλώς διαβάζοντάς τα, τόσο συχνότερα δυσκολεύεται να διαβάσει βιβλία. Η ικανότητα να διαβάζει κανείς και καταλαβαίνει βιβλία ή μεγάλα άρθρα σε περιοδικά υποσκάπτεται από το Ίντερνετ αδιόρατα. Το μυαλό εθίζεται να αλιεύει και να διαβάζει μικρά κομμάτια της επιλογής του από το Ίντερνετ και σιγά-σιγά χάνει την υπομονή και τη συγκέντρωση να διαβάσει κάτι μεγαλύτερο και να συγκεντρωθεί σε αυτό.
Αν και αναμένονται τα πορίσματα μακρόχρονων νευρολογικών και ψυχολογικών πειραμάτων, που θα μας δώσουν μια σίγουρη εικόνα για την επίπτωση του Ίντερνετ πάνω στη γνωσιακή ικανότητα του μυαλού, μια πρόσφατη μελέτη του University College London (UCL) διαπιστώνει ήδη ότι βρισκόμαστε πιθανότατα στο μέσον μιας ευρείας αλλαγής στον τρόπο που διαβάζουμε και σκεφτόμαστε. Η πενταετής έρευνα διαπίστωσε ότι οι χρήστες του Ίντερνετ τείνουν να πηδάνε από site σε site (δικτυακό τόπο) κυνηγώντας πηγές πληροφόρησης και σπάνια επιστρέφουν σε μια πηγή που ήδη επισκέφθηκαν. Συνήθως διαβάζουν το πολύ μια-δύο σελίδες ενός άρθρου και σαν πεταλούδες μετακινούνται σε άλλη ιστοσελίδα. Μερικές φορές «σώζουν» ένα μεγαλύτερο άρθρο ή βιβλίο στον υπολογιστή τους, αλλά είναι αμφίβολο αν τελικά το διαβάζουν ποτέ.
Σύμφωνα με τη μελέτη του UCL οι άνθρωποι δείχνουν σαν να θέλουν να αποφύγουν πια το διάβασμα, γι΄ αυτό επιλέγουν, αντ αυτού, να «ψαχουλεύουν» στο Ίντερνετ τίτλους, περιεχόμενα, περιλήψεις κλπ. Το παράδοξο είναι ότι αν προσθέσει κανείς και τα γραπτά μηνύματα της κινητής τηλεφωνίας, οι άνθρωποι φαίνεται στην εποχή μας να διαβάζουν τελικά περισσότερο από ό,τι στις δεκαετίες του ΄70 και του ΄80, αλλά είναι ένα άλλο είδος διαβάσματος - πιο επιφανειακό, πιο επιλεκτικό, πιο τμηματικό. Πίσω από αυτή την εξέλιξη κρύβεται ένας διαφορετικός πλέον τρόπος σκέψης - ίσως και αίσθησης του εαυτού.
’λλες συνδέσεις των νευρώνων, άλλη αίσθηση του εαυτού μας
Σύμφωνα με την ψυχολόγο Μάριαν Γουλφ, του πανεπιστημίου Tufts των ΗΠΑ, το νέο στιλ ανάγνωσης αλά-Google, που πάνω από όλα βάζει την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα, εξασθενεί την ανθρώπινη ικανότητα για το «βαθύ» διάβασμα, που ταίριαζε καλύτερα στην προηγούμενη προ-ηλεκτρονική τεχνολογία της εκτυπωτικής μηχανής. Όταν διαβάζουμε on-line, υποστηρίζει, γινόμαστε απλώς «αποκωδικοποιητές πληροφοριών», χωρίς να έχουμε την ίδια διανοητική ικανότητα για ερμηνείες του κειμένου σε βάθος, νοητικές αφαιρέσεις, συσχετίσεις κλπ.
Σύμφωνα με την Γουλφ, η ανάγνωση δεν συνιστά μια ενστικτώδη ικανότητα των ανθρώπων και δεν είναι ενσωματωμένη στα γονίδιά μας, όπως συμβαίνει με την ομιλία. Οι νέες τεχνολογίες και τα νέα μέσα ανάγνωσης και μάθησης (π.χ. Google) παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των κυκλωμάτων των νευρώνων στον εγκέφαλό μας. Πειράματα έχουν δείξει ότι η ανάγνωση ιδεογραμμάτων από τους Κινέζους ενεργοποιεί άλλα εγκεφαλικά κυκλώματα σε σχέση με την ανάγνωση γλωσσών που χρησιμοποιούν αλφάβητο.
Η διαφοροποίηση αυτή αφορά κυκλώματα σε πολύ διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου, που σχετίζονται με κρίσιμες λειτουργίες, όπως η μνήμη ή η ερμηνεία των οπτικοακουστικών ερεθισμάτων. ’ρα μπορούμε να περιμένουμε ότι τα εγκεφαλικά κυκλώματα που ενεργοποιεί η ολοένα αυξανόμενη χρήση του Ίντερνετ, θα είναι διαφορετικά από αυτά που ενεργοποιούσε επί εκατονταετίες η ανάγνωση βιβλίων και άλλων εντύπων.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι απεριόριστα «σφυρηλατήσιμος». Οι άνθρωποι μέχρι πρόσφατα πίστευαν ότι μέχρι την ενηλικίωση το πυκνό δίκτυο των περίπου 100 δισ. νευρώνων του εγκεφάλου μας ήταν πλέον οριστικά «τακτοποιημένο». Νεότερες εγκεφαλικές έρευνες όμως έχουν δείξει άλλα πράγματα. Σύμφωνα με τον Τζέημς Ολντς, καθηγητή της νευροεπιστήμης στο πανεπιστήμιο George Mason των ΗΠΑ, το ενήλικο μυαλό συνεχίζει να είναι «πολύ εύπλαστο». Τα νευρικά κύτταρα συνεχώς σπάνε τις παλαιές διασυνδέσεις τους, σχηματίζοντας καινούριες. «Έτσι», τονίζει, «ο εγκέφαλος έχει την ικανότητα να αναπρογραμματίζει τον εαυτό του στη στιγμή, αλλάζοντας τον τρόπο που λειτουργεί».
Καθόλου, λοιπόν, παράξενο που καθώς χρησιμοποιούμε τις νέες «διανοητικές τεχνολογίες» (π.χ. Ίντερνετ), όπως τις αποκαλεί ο κοινωνιολόγος Ντάνιελ Μπελ, τα εργαλεία δηλαδή εκείνα που επεκτείνουν τις διανοητικές παρά τις φυσικές μας ικανότητες, αναπόφευκτα αρχίζουμε να αφομοιώνουμε στο μυαλό μας ιδιότητες και ποιότητες αυτών των νέων τεχνολογιών. Ο τρόπος που «βλέπουμε» το μυαλό μας αλλάζει διαχρονικά με την εξέλιξη της τεχνολογίας. Παλαιότερα, την εποχή του μηχανικού ρολογιού, λέγαμε ότι το μυαλό μας «δουλεύει ρολόι», τώρα λέμε ότι «δουλεύει σαν κομπιούτερ».
Χάρη στην πλαστικότητα των νευρώνων του εγκεφάλου μας, η προσαρμογή δεν είναι μόνο λεκτική ή ψυχολογική, αλλά πηγαίνει βαθύτερα σε ένα βιολογικό επίπεδο. Σήμερα το Ίντερνετ σιγά-σιγά απορροφά τα άλλα μέσα: γίνεται ο χάρτης, το ρολόι μας, η εκτυπωτική μηχανή μας, η γραφομηχανή, το κομπιουτεράκι για τις αριθμητικές πράξεις μας, το τηλέφωνο, η τηλεόραση και το ραδιόφωνό μας. Αυτή όμως η ενοποίηση τόσων διαφορετικών μέσων και των μηνυμάτων τους φέρνει, μεταξύ άλλων (καλών και κακών), διάσπαση της προσοχής και διάχυση της συγκέντρωσής μας. Τα παραδοσιακά μέσα προσαρμόζονται κι αυτά στην ίδια λογική: έτσι οι εφημερίδες και τα περιοδικά έχουν μικρότερα πια άρθρα, ενώ βάζουν ένθετα «κουτιά» με περιλήψεις των άρθρων για να τα καθιστούν πιο εύκολα και γρήγορα στην ανάγνωση.
Η τέλεια μηχανή και η πρόκληση της τεχνητής νοημοσύνης
Ποτέ στην ιστορία ένα επικοινωνιακό μέσο δεν έχει παίξει τόσους πολλούς ρόλους ταυτόχρονα στη ζωή μας και δεν έχει ασκήσει τόσο πλατειά επίδραση στις σκέψεις μας, όσο το Ίντερνετ σήμερα. Στην ουσία μας αναπρογραμματίζει. H «καρδιά» του Ίντερνετ, το Google, αναζητά όλο και τελειότερους αλγόριθμους για την αποδοτική αναζήτηση και διανομή των πληρφοφοριών στον καθένα μας, κάνοντας τη δουλειά του μυαλού μας - και ακόμα καλύτερα μερικές φορές. Αποστολή της εταιρίας είναι «να οργανώσει την παγκόσμια πληροφορία και να την καταστήσει καθολικά προσβάσιμη και χρήσιμη», αναπτύσσοντας την «τέλεια μηχανή αναζήτησης, που θα καταλαβαίνει ακριβώς που εννοείς και θα σου δίνει ακριβώς αυτό που ζητάς».
Σύμφωνα με τη λογική της Google, η πληροφορία είναι ένα είδος εμπορεύματος, χρήσιμης πρώτης ύλης, που μπορεί να «εξορυχτεί» και να κατεργασθεί με βιομηχανική αποτελεσματικότητα. Με βάση αυτό το σκεπτικό, σε όσο περισσότερη πληροφορία έχουμε πρόσβαση και όσο ταχύτερα την επεξεργαζόμαστε, τόσο πιο παραγωγικά σκεφτόμαστε.
Ποιο είναι τελικά το όριο αυτής της λογικής; Ο Σεργκέι Μπριν και ο Λάρι Πέητζ, που ίδρυσαν την εταιρία, όντας ακόμα μεταπτυχιακοί φοιτητές στο πανεπιστήμιο Στάνφορντ της Καλιφόρνιας, έχουν τονίσει ότι ονειρεύονται να μετατρέψουν τη Google σε μια παντοδύναμη μηχανή τεχνητής νοημοσύνης που θα μπορεί να συνδέεται άμεσα στον εγκέφαλό μας! «Η υπέρτατη μηχανή αναζήτησης είναι έξυπνη σαν τους ανθρώπους - ή κι εξυπνότερη», λένε, προσθέτοντας ότι «αν ο εγκέφαλός σας ήταν συνδεδεμένος με όλες τις πληροφορίες του κόσμου ή με ένα τεχνητό εγκέφαλο εξυπνότερο από το δικό σας, θα ήσασταν σε καλύτερη θέση...».
Όμως η άποψη πως «θα ήμασταν καλύτερα» αν ο εγκέφαλός μας συμπληρωνόταν ή και αντικαθίστατο από την τεχνητή νοημοσύνη, είναι ανησυχητική. Προϋποθέτει την παραδοχή ότι η νοημοσύνη είναι μια μηχανική διαδικασία, μια σειρά από διακριτά βήματα που μπορούν να απομονωθούν, να μετρηθούν και να βελτιστοποιηθούν. Έτσι, στον on-line κόσμο της Google απομένει λίγος χώρος για συλλογισμό και διαλογισμό. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος καταντά να αντιμετωπίζεται σαν ένας ξεπερασμένος κομπιούτερ που χρειάζεται ένα ταχύτερο επεξεργαστή κι έναν μεγαλύτερο σκληρό δίσκο.
Υπάρχει και μια σοβαρή οικονομική διάσταση σε αυτό. Όλο το εμπορικό διαδίκτυο έχει «κτισθεί» γύρω το ίδιο ουσιαστικά επιχειρηματικό μοντέλο: όσο πιο γρήγορα «σερφάρουμε» στο Ίντερνετ, όσα πιο πολλά κλικ κάνουμε σε ιστοσελίδες, τόσες περισσότερες ευκαιρίες έχουν οι εταιρίες να μαζεύουν στοιχεία για μας και να μάς προσφέρουν οn-line διαφημίσεις. Το τελευταίο πράγμα που θέλουν οι εταιρίες, είναι να ενθαρρύνουν το αργό διάβασμα και την συγκεντρωμένη σκέψη. Η πολυδιάσπαση είναι προ το συμφέρον τους. Η βαθιά ανάγνωση, σύμφωνα με την ψυχολόγο Μάριαν Γουλφ, είναι ισοδύναμη με τη βαθιά σκέψη - και μάλλον αντικαταναλωτική...
Από την άλλη βέβαια, δεν αποκλείεται τελικά από τα υπερδραστήρια, φουσκωμένα με πληροφορίες, μυαλά μας να ξεπηδήσει μια χρυσή εποχή διανοητικών ανακαλύψεων και οικουμενικής σοφίας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, The Atlantic Monthly
Όμως αρχίζει να γίνεται συνείδηση σταδιακά ότι όλο αυτό το «δώρο» έρχεται με ένα τίμημα. Όπως είχε παρατηρήσει ο κορυφαίος θεωρητικός των media Marshall McLuhan, ήδη από τη δεκαετία του ΄60, όταν δεν υπήρχε το Δίκτυο, τα μέσα επικοινωνίας και ενημέρωσης δεν είναι απλώς παθητικά κανάλια πληροφόρησης, που προσφέρουν υλικό για τη σκέψη με την μορφή των πληροφοριών, αλλά διαμορφώνουν την ίδια τη διαδικασία της σκέψης. Και αυτό ακριβώς φαίνεται να κάνει ήδη το Ίντερνετ: υποσκάπτει την ικανότητά μας για συγκέντρωση, βαθιά σκέψη και διαλογισμό. Το μυαλό εθίζεται στην ευκολία: ξέρει ότι θα βρει στο διαδίκτυο ό,τι θέλει. Κάποτε το μυαλό μας βυθιζόταν σε έναν ωκεανό λέξεων, τώρα «κάνει τζετ σκι» στην επιφάνεια του νερού!
Πολλοί άνθρωποι έχουν την ίδια εμπειρία: όσο περισσότερο χρησιμοποιούν το Ίντερνετ, τόσο περισσότερο πρέπει να δώσουν μάχη για να μείνουν συγκεντρωμένοι στις σκέψεις τους ή σε μεγάλα γραπτά κείμενα. Όσο περισσότερο ασχολείται κανείς με ιστολόγια (blogs), είτε γράφοντας είτε απλώς διαβάζοντάς τα, τόσο συχνότερα δυσκολεύεται να διαβάσει βιβλία. Η ικανότητα να διαβάζει κανείς και καταλαβαίνει βιβλία ή μεγάλα άρθρα σε περιοδικά υποσκάπτεται από το Ίντερνετ αδιόρατα. Το μυαλό εθίζεται να αλιεύει και να διαβάζει μικρά κομμάτια της επιλογής του από το Ίντερνετ και σιγά-σιγά χάνει την υπομονή και τη συγκέντρωση να διαβάσει κάτι μεγαλύτερο και να συγκεντρωθεί σε αυτό.
Αν και αναμένονται τα πορίσματα μακρόχρονων νευρολογικών και ψυχολογικών πειραμάτων, που θα μας δώσουν μια σίγουρη εικόνα για την επίπτωση του Ίντερνετ πάνω στη γνωσιακή ικανότητα του μυαλού, μια πρόσφατη μελέτη του University College London (UCL) διαπιστώνει ήδη ότι βρισκόμαστε πιθανότατα στο μέσον μιας ευρείας αλλαγής στον τρόπο που διαβάζουμε και σκεφτόμαστε. Η πενταετής έρευνα διαπίστωσε ότι οι χρήστες του Ίντερνετ τείνουν να πηδάνε από site σε site (δικτυακό τόπο) κυνηγώντας πηγές πληροφόρησης και σπάνια επιστρέφουν σε μια πηγή που ήδη επισκέφθηκαν. Συνήθως διαβάζουν το πολύ μια-δύο σελίδες ενός άρθρου και σαν πεταλούδες μετακινούνται σε άλλη ιστοσελίδα. Μερικές φορές «σώζουν» ένα μεγαλύτερο άρθρο ή βιβλίο στον υπολογιστή τους, αλλά είναι αμφίβολο αν τελικά το διαβάζουν ποτέ.
Σύμφωνα με τη μελέτη του UCL οι άνθρωποι δείχνουν σαν να θέλουν να αποφύγουν πια το διάβασμα, γι΄ αυτό επιλέγουν, αντ αυτού, να «ψαχουλεύουν» στο Ίντερνετ τίτλους, περιεχόμενα, περιλήψεις κλπ. Το παράδοξο είναι ότι αν προσθέσει κανείς και τα γραπτά μηνύματα της κινητής τηλεφωνίας, οι άνθρωποι φαίνεται στην εποχή μας να διαβάζουν τελικά περισσότερο από ό,τι στις δεκαετίες του ΄70 και του ΄80, αλλά είναι ένα άλλο είδος διαβάσματος - πιο επιφανειακό, πιο επιλεκτικό, πιο τμηματικό. Πίσω από αυτή την εξέλιξη κρύβεται ένας διαφορετικός πλέον τρόπος σκέψης - ίσως και αίσθησης του εαυτού.
’λλες συνδέσεις των νευρώνων, άλλη αίσθηση του εαυτού μας
Σύμφωνα με την ψυχολόγο Μάριαν Γουλφ, του πανεπιστημίου Tufts των ΗΠΑ, το νέο στιλ ανάγνωσης αλά-Google, που πάνω από όλα βάζει την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα, εξασθενεί την ανθρώπινη ικανότητα για το «βαθύ» διάβασμα, που ταίριαζε καλύτερα στην προηγούμενη προ-ηλεκτρονική τεχνολογία της εκτυπωτικής μηχανής. Όταν διαβάζουμε on-line, υποστηρίζει, γινόμαστε απλώς «αποκωδικοποιητές πληροφοριών», χωρίς να έχουμε την ίδια διανοητική ικανότητα για ερμηνείες του κειμένου σε βάθος, νοητικές αφαιρέσεις, συσχετίσεις κλπ.
Σύμφωνα με την Γουλφ, η ανάγνωση δεν συνιστά μια ενστικτώδη ικανότητα των ανθρώπων και δεν είναι ενσωματωμένη στα γονίδιά μας, όπως συμβαίνει με την ομιλία. Οι νέες τεχνολογίες και τα νέα μέσα ανάγνωσης και μάθησης (π.χ. Google) παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των κυκλωμάτων των νευρώνων στον εγκέφαλό μας. Πειράματα έχουν δείξει ότι η ανάγνωση ιδεογραμμάτων από τους Κινέζους ενεργοποιεί άλλα εγκεφαλικά κυκλώματα σε σχέση με την ανάγνωση γλωσσών που χρησιμοποιούν αλφάβητο.
Η διαφοροποίηση αυτή αφορά κυκλώματα σε πολύ διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου, που σχετίζονται με κρίσιμες λειτουργίες, όπως η μνήμη ή η ερμηνεία των οπτικοακουστικών ερεθισμάτων. ’ρα μπορούμε να περιμένουμε ότι τα εγκεφαλικά κυκλώματα που ενεργοποιεί η ολοένα αυξανόμενη χρήση του Ίντερνετ, θα είναι διαφορετικά από αυτά που ενεργοποιούσε επί εκατονταετίες η ανάγνωση βιβλίων και άλλων εντύπων.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι απεριόριστα «σφυρηλατήσιμος». Οι άνθρωποι μέχρι πρόσφατα πίστευαν ότι μέχρι την ενηλικίωση το πυκνό δίκτυο των περίπου 100 δισ. νευρώνων του εγκεφάλου μας ήταν πλέον οριστικά «τακτοποιημένο». Νεότερες εγκεφαλικές έρευνες όμως έχουν δείξει άλλα πράγματα. Σύμφωνα με τον Τζέημς Ολντς, καθηγητή της νευροεπιστήμης στο πανεπιστήμιο George Mason των ΗΠΑ, το ενήλικο μυαλό συνεχίζει να είναι «πολύ εύπλαστο». Τα νευρικά κύτταρα συνεχώς σπάνε τις παλαιές διασυνδέσεις τους, σχηματίζοντας καινούριες. «Έτσι», τονίζει, «ο εγκέφαλος έχει την ικανότητα να αναπρογραμματίζει τον εαυτό του στη στιγμή, αλλάζοντας τον τρόπο που λειτουργεί».
Καθόλου, λοιπόν, παράξενο που καθώς χρησιμοποιούμε τις νέες «διανοητικές τεχνολογίες» (π.χ. Ίντερνετ), όπως τις αποκαλεί ο κοινωνιολόγος Ντάνιελ Μπελ, τα εργαλεία δηλαδή εκείνα που επεκτείνουν τις διανοητικές παρά τις φυσικές μας ικανότητες, αναπόφευκτα αρχίζουμε να αφομοιώνουμε στο μυαλό μας ιδιότητες και ποιότητες αυτών των νέων τεχνολογιών. Ο τρόπος που «βλέπουμε» το μυαλό μας αλλάζει διαχρονικά με την εξέλιξη της τεχνολογίας. Παλαιότερα, την εποχή του μηχανικού ρολογιού, λέγαμε ότι το μυαλό μας «δουλεύει ρολόι», τώρα λέμε ότι «δουλεύει σαν κομπιούτερ».
Χάρη στην πλαστικότητα των νευρώνων του εγκεφάλου μας, η προσαρμογή δεν είναι μόνο λεκτική ή ψυχολογική, αλλά πηγαίνει βαθύτερα σε ένα βιολογικό επίπεδο. Σήμερα το Ίντερνετ σιγά-σιγά απορροφά τα άλλα μέσα: γίνεται ο χάρτης, το ρολόι μας, η εκτυπωτική μηχανή μας, η γραφομηχανή, το κομπιουτεράκι για τις αριθμητικές πράξεις μας, το τηλέφωνο, η τηλεόραση και το ραδιόφωνό μας. Αυτή όμως η ενοποίηση τόσων διαφορετικών μέσων και των μηνυμάτων τους φέρνει, μεταξύ άλλων (καλών και κακών), διάσπαση της προσοχής και διάχυση της συγκέντρωσής μας. Τα παραδοσιακά μέσα προσαρμόζονται κι αυτά στην ίδια λογική: έτσι οι εφημερίδες και τα περιοδικά έχουν μικρότερα πια άρθρα, ενώ βάζουν ένθετα «κουτιά» με περιλήψεις των άρθρων για να τα καθιστούν πιο εύκολα και γρήγορα στην ανάγνωση.
Η τέλεια μηχανή και η πρόκληση της τεχνητής νοημοσύνης
Ποτέ στην ιστορία ένα επικοινωνιακό μέσο δεν έχει παίξει τόσους πολλούς ρόλους ταυτόχρονα στη ζωή μας και δεν έχει ασκήσει τόσο πλατειά επίδραση στις σκέψεις μας, όσο το Ίντερνετ σήμερα. Στην ουσία μας αναπρογραμματίζει. H «καρδιά» του Ίντερνετ, το Google, αναζητά όλο και τελειότερους αλγόριθμους για την αποδοτική αναζήτηση και διανομή των πληρφοφοριών στον καθένα μας, κάνοντας τη δουλειά του μυαλού μας - και ακόμα καλύτερα μερικές φορές. Αποστολή της εταιρίας είναι «να οργανώσει την παγκόσμια πληροφορία και να την καταστήσει καθολικά προσβάσιμη και χρήσιμη», αναπτύσσοντας την «τέλεια μηχανή αναζήτησης, που θα καταλαβαίνει ακριβώς που εννοείς και θα σου δίνει ακριβώς αυτό που ζητάς».
Σύμφωνα με τη λογική της Google, η πληροφορία είναι ένα είδος εμπορεύματος, χρήσιμης πρώτης ύλης, που μπορεί να «εξορυχτεί» και να κατεργασθεί με βιομηχανική αποτελεσματικότητα. Με βάση αυτό το σκεπτικό, σε όσο περισσότερη πληροφορία έχουμε πρόσβαση και όσο ταχύτερα την επεξεργαζόμαστε, τόσο πιο παραγωγικά σκεφτόμαστε.
Ποιο είναι τελικά το όριο αυτής της λογικής; Ο Σεργκέι Μπριν και ο Λάρι Πέητζ, που ίδρυσαν την εταιρία, όντας ακόμα μεταπτυχιακοί φοιτητές στο πανεπιστήμιο Στάνφορντ της Καλιφόρνιας, έχουν τονίσει ότι ονειρεύονται να μετατρέψουν τη Google σε μια παντοδύναμη μηχανή τεχνητής νοημοσύνης που θα μπορεί να συνδέεται άμεσα στον εγκέφαλό μας! «Η υπέρτατη μηχανή αναζήτησης είναι έξυπνη σαν τους ανθρώπους - ή κι εξυπνότερη», λένε, προσθέτοντας ότι «αν ο εγκέφαλός σας ήταν συνδεδεμένος με όλες τις πληροφορίες του κόσμου ή με ένα τεχνητό εγκέφαλο εξυπνότερο από το δικό σας, θα ήσασταν σε καλύτερη θέση...».
Όμως η άποψη πως «θα ήμασταν καλύτερα» αν ο εγκέφαλός μας συμπληρωνόταν ή και αντικαθίστατο από την τεχνητή νοημοσύνη, είναι ανησυχητική. Προϋποθέτει την παραδοχή ότι η νοημοσύνη είναι μια μηχανική διαδικασία, μια σειρά από διακριτά βήματα που μπορούν να απομονωθούν, να μετρηθούν και να βελτιστοποιηθούν. Έτσι, στον on-line κόσμο της Google απομένει λίγος χώρος για συλλογισμό και διαλογισμό. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος καταντά να αντιμετωπίζεται σαν ένας ξεπερασμένος κομπιούτερ που χρειάζεται ένα ταχύτερο επεξεργαστή κι έναν μεγαλύτερο σκληρό δίσκο.
Υπάρχει και μια σοβαρή οικονομική διάσταση σε αυτό. Όλο το εμπορικό διαδίκτυο έχει «κτισθεί» γύρω το ίδιο ουσιαστικά επιχειρηματικό μοντέλο: όσο πιο γρήγορα «σερφάρουμε» στο Ίντερνετ, όσα πιο πολλά κλικ κάνουμε σε ιστοσελίδες, τόσες περισσότερες ευκαιρίες έχουν οι εταιρίες να μαζεύουν στοιχεία για μας και να μάς προσφέρουν οn-line διαφημίσεις. Το τελευταίο πράγμα που θέλουν οι εταιρίες, είναι να ενθαρρύνουν το αργό διάβασμα και την συγκεντρωμένη σκέψη. Η πολυδιάσπαση είναι προ το συμφέρον τους. Η βαθιά ανάγνωση, σύμφωνα με την ψυχολόγο Μάριαν Γουλφ, είναι ισοδύναμη με τη βαθιά σκέψη - και μάλλον αντικαταναλωτική...
Από την άλλη βέβαια, δεν αποκλείεται τελικά από τα υπερδραστήρια, φουσκωμένα με πληροφορίες, μυαλά μας να ξεπηδήσει μια χρυσή εποχή διανοητικών ανακαλύψεων και οικουμενικής σοφίας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, The Atlantic Monthly
4 σχόλια:
Ω τον πουστη, δικηο εχει.Το βλεπω στον εαυτο μου αυτο, οπότε καιρος ειναι να κοψω τα πολλα πολλα.
το θέμα είναι η σύνθεση, όπως και στην πολιτική
Κόψε τα "σεντόνια", κάνε περίληψη αραίωσε τις αράδες, ξεχώρισε παράγραφους, βάζε τιτλάκια, υπογράμμιζε, ρίξε χρωματάκι, αμάν πιά ! ))
έχεις μάθει σε μασημένη τροφή!
Δημοσίευση σχολίου