“Το 1,3% του ΑΕΠ της Ε.Ε. να μετοχοποιηθεί και τα έσοδα που θα προκύψουν να διατίθενται για την παιδεία στα κράτη - μέλη που υπολείπονται σημαντικά του μέσου όρου των 27”
Από την εποχή που ήμουν στο λύκειο θυμάμαι τους υπουργούς παιδείας και τα κόμματα να δεσμεύονται ότι θα κάνουν πράξη το στόχο για 5% επί του ΑΕΠ για δαπάνες στην Παιδεία.
Τα χρόνια πέρασαν, μεγαλώσαμε, οι καιροί αλλάζουν, παρά τις προεκλογικές δεσμεύσεις, οι κυβερνήσεις συνεχίζουν να ακολουθούν την πεπατημένη, οι πιστώσεις του προϋπολογισμού για την παιδεία πάντα βρίσκονταν μεταξύ 3 - 3,5% και στην εποχή του μνημονίου μειώθηκαν στο 2,75%. Όπως προκύπτει από τα κοινοτικά στοιχεία, η Ελλάδα διαθέτει για την παιδεία τις χαμηλότερες δημόσιες δαπάνες στην Ευρώπη των 27. O μέσος κοινοτικός όρος είναι 5,2%.
Αυτή την εποχή στην Ευρώπη η ιδέα του συμφώνου για την ανταγωνιστικότητα προτείνει οι κυβερνήσεις να συμφωνήσουν με βάση παράγοντες όπως η εξάλειψη της τιμαριθμικής αναπροσαρμογής στις αμοιβές, η προσαρμογή της ηλικίας συνταξιοδότησης σύμφωνα με τις δημογραφικές τάσεις, η ομοιόμορφη φορολογική βάση, η αμοιβαία αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων, τη θέσπιση εθνικών μέσων για βοήθεια στις τράπεζες σε περίπτωση κρίσης και την προώθηση με συνταγματική δέσμευση ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, μια δέσμευση που δεν επηρεάζει τον κρατικό προϋπολογισμό, όμως για να επιφέρει μια μεταβολή στο εισόδημα χρειάζεται σημαντική μεταβολή και στις κρατικές δαπάνες και στους φόρους.
Κατά συνέπεια, το γενικότερο οικονομικό κλίμα, η θέσπιση πιο αυστηρών δημοσιονομικών κανόνων και η ταυτόχρονη σχεδίαση κυρώσεων για τα κράτη μέλη που θα ξεφεύγουν από τους στόχους του συμφώνου αναμένεται να οδηγήσει τα μικρότερα μέλη της ΕΕ με προβλήματα χρέους σε σημαντική αναπτυξιακή υστέρηση σε πολλούς τομείς, συμπεριλαμβανομένης και της παιδείας.
Γι 'αυτό πρέπει τα κράτη μέλη της εε να εξετάσουν καινοτόμες λύσεις έτσι ώστε το σύμφωνο, αφενός μεν να είναι αποτελεσματικό, αφετέρου να μην επηρεάζει αρνητικά κάποιες χώρες και θετικά κάποιες άλλες.
Σε αυτό το πλαίσιο είναι απαραίτητο να υιοθετηθεί, με συνταγματική δέσμευση, οι δαπάνες για την παιδεία στα κράτη- μέλη να μην είναι χαμηλότερες από το μέσο κοινοτικό όρο.
Επιπλέον, αρκετά χρήσιμο θα μπορούσε να αποδειχθεί αν το 1,3% του ΑΕΠ της Ε.Ε, με τη σύσταση κάποιου κοινού ταμείου, μετοχοποιηθεί και τα έσοδα που θα προκύψουν να διατίθενται για την παιδεία στα κράτη - μέλη που υπολείπονται ( με σημείο αναφοράς την τελευταία δεκαετία) σημαντικά του μέσου όρου των 27.
Από την εποχή που ήμουν στο λύκειο θυμάμαι τους υπουργούς παιδείας και τα κόμματα να δεσμεύονται ότι θα κάνουν πράξη το στόχο για 5% επί του ΑΕΠ για δαπάνες στην Παιδεία.
Τα χρόνια πέρασαν, μεγαλώσαμε, οι καιροί αλλάζουν, παρά τις προεκλογικές δεσμεύσεις, οι κυβερνήσεις συνεχίζουν να ακολουθούν την πεπατημένη, οι πιστώσεις του προϋπολογισμού για την παιδεία πάντα βρίσκονταν μεταξύ 3 - 3,5% και στην εποχή του μνημονίου μειώθηκαν στο 2,75%. Όπως προκύπτει από τα κοινοτικά στοιχεία, η Ελλάδα διαθέτει για την παιδεία τις χαμηλότερες δημόσιες δαπάνες στην Ευρώπη των 27. O μέσος κοινοτικός όρος είναι 5,2%.
Αυτή την εποχή στην Ευρώπη η ιδέα του συμφώνου για την ανταγωνιστικότητα προτείνει οι κυβερνήσεις να συμφωνήσουν με βάση παράγοντες όπως η εξάλειψη της τιμαριθμικής αναπροσαρμογής στις αμοιβές, η προσαρμογή της ηλικίας συνταξιοδότησης σύμφωνα με τις δημογραφικές τάσεις, η ομοιόμορφη φορολογική βάση, η αμοιβαία αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων, τη θέσπιση εθνικών μέσων για βοήθεια στις τράπεζες σε περίπτωση κρίσης και την προώθηση με συνταγματική δέσμευση ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, μια δέσμευση που δεν επηρεάζει τον κρατικό προϋπολογισμό, όμως για να επιφέρει μια μεταβολή στο εισόδημα χρειάζεται σημαντική μεταβολή και στις κρατικές δαπάνες και στους φόρους.
Κατά συνέπεια, το γενικότερο οικονομικό κλίμα, η θέσπιση πιο αυστηρών δημοσιονομικών κανόνων και η ταυτόχρονη σχεδίαση κυρώσεων για τα κράτη μέλη που θα ξεφεύγουν από τους στόχους του συμφώνου αναμένεται να οδηγήσει τα μικρότερα μέλη της ΕΕ με προβλήματα χρέους σε σημαντική αναπτυξιακή υστέρηση σε πολλούς τομείς, συμπεριλαμβανομένης και της παιδείας.
Γι 'αυτό πρέπει τα κράτη μέλη της εε να εξετάσουν καινοτόμες λύσεις έτσι ώστε το σύμφωνο, αφενός μεν να είναι αποτελεσματικό, αφετέρου να μην επηρεάζει αρνητικά κάποιες χώρες και θετικά κάποιες άλλες.
Σε αυτό το πλαίσιο είναι απαραίτητο να υιοθετηθεί, με συνταγματική δέσμευση, οι δαπάνες για την παιδεία στα κράτη- μέλη να μην είναι χαμηλότερες από το μέσο κοινοτικό όρο.
Επιπλέον, αρκετά χρήσιμο θα μπορούσε να αποδειχθεί αν το 1,3% του ΑΕΠ της Ε.Ε, με τη σύσταση κάποιου κοινού ταμείου, μετοχοποιηθεί και τα έσοδα που θα προκύψουν να διατίθενται για την παιδεία στα κράτη - μέλη που υπολείπονται ( με σημείο αναφοράς την τελευταία δεκαετία) σημαντικά του μέσου όρου των 27.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου