Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 29

Η ελληνική κυβέρνηση ωθεί την “τέλεια καταιγίδα”

Σύμφωνα με την διευθύνων σύμβουλο του Δ.Ν.Τ. Christine Lagarde η παγκόσμια ανάπτυξη αναμένεται να επιβραδυνθεί 4% για κάθε έτος τα επόμενα 2.” To βεβαρημένο κλίμα της παγκόσμιας οικονομίας έχει να κάνει κυρίως με την εν εξελίξει, σε παγκόσμιο επίπεδο, διόρθωση που στόχο έχει να μειωθεί το αναπτυξιακό χάσμα μεταξύ αναδυόμενων οικονομιών και Ευρώπης - USA .

Είναι επίσης γνωστό ότι εδώ δεν φτάσαμε τυχαία, οι παγκόσμιες αναπτυξιακές ανισορροπίες με την συσσώρευση δημοσιονομικών πλεονασμάτων από την πλευρά των αναδυόμενων αγορών και ελλειμμάτων από την πλευρά Ευρώπης – USA καθώς και η χαλαρή από πλευράς πολιτικού συστήματος αντιμετώπιση των λογιστικών πρακτικών που για χρόνια προώθησε το τραπεζικό σύστημα δημιούργησαν το οικονομικό πλαίσιο- φούσκα το οποίο στηρίζονταν στην παρασιτική κερδοσκοπία χωρίς κανέναν δημόσιο έλεγχο.

Τα οικονομικά μεγέθη σε Ευρώπη και USA επιδείνωσε και η υψηλή τιμή του πετρελαίου δεδομένου ότι από το Σεπτέμβριο του 2006 οι διεθνείς τιμές σταθεροποιήθηκαν κατά μέσο όρο πάνω από τα $ 100 από το μέσο όρο των $ 50 που ήταν πριν.

Η κρίση άρχισε να παίρνει βάθος και εύρος μετά την κατάρρευση, το Σεπτέμβριο του 2008, της επενδυτικής τράπεζας λίμαν μπράδερσ. Μπροστά στην θέα των συστημικών κλυδωνισμών και προκείμενου ο χρηματοπιστωτικός τομέας να ανακτήσει τις απώλειες που είχε σε προβληματικά στοιχεία του ενεργητικού του οι κυβερνήσεις σε Ευρώπη και Αμερική ενέκριναν πρόγραμμα εγγυήσεων και έκτακτης οικονομικής βοήθειας με χρήματα των φορολογούμενων, χρήματα τα οποία καθώς φαίνεται από τις εξελίξεις δεν θα επιστραφούν ποτέ.

Η αναταραχή στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα όπως ήταν φυσικό είχε παρενέργειες που συνέβαλαν να φτάσουμε στην ευρωπαϊκή κρίση χρέους.

Όταν ξέσπασε η κρίση χρέους εξαιτίας της κερδοσκοπικής πίεσης των αγορών με άλλοθι τα αμφισβητούμενα αρνητικά δεδομένα για την ελληνική οικονομία που έδωσε με την ανοχή της ελληνικής κυβέρνησης η ελληνική στατιστική αρχή σε συνεργασία με την Eurostat εφενός μεν έστρεψε την προσοχή μακριά από τα όσα συνέβησαν με τα πακέτα οικονομικής βοήθειας μετά την κατάρρευση της λίμαν μπράδερσ και αφετέρου άνοιξε μια περίοδο αυξημένης μεταβλητότητας που επιτάχυνε τις διαδικασίες για να φτάσει το οικονομικό σύστημα στην παγκόσμια οικονομική διακυβέρνηση και στον επανασχεδιασμό, με συνοπτικές διαδικασίες, των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων.

Στον απόηχο της διεθνούς χρηµατοπιστωτικής κρίσης, οι κεντρικές τράπεζες διαμόρφωσαν ένα νέο διεθνές τραπεζικό περιβάλλον δεδομένου ότι άρχισαν μαζικά να αγοράζουν κρατικά ομόλογα και μείωσαν δραστικά τα επιτόκια, ακόμη και κάτω από το 1% καθιστώντας την αγορά χρήματος αρκετά ελκυστική και κερδοφόρα για το τραπεζικό σύστημα. (Φανταστείτε πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα! αν είχαμε όλοι εμείς απευθείας πρόσβαση σε δανεισμό μόνο με 1%).

Σήμερα, 1 1/2 χρόνια μετά την υπαγωγή μας στις ρυθμίσεις του ΔΝΤ, η Ελλάδα εξυπηρετεί τις ανάγκες δανεισμού μέσω του πρώτου πακέτου και ετοιμάζεται για το δεύτερο χωρίς να υπάρχει πρακτικό αντίκρισμα για την Ελληνική κοινωνία που είναι αναγκασμένη σε συνεχή βάση να υπόκειται σε δυσβάσταχτες απώλειες που αλλάζουν, προς το χειρότερο, την οικονομική και κοινωνική ταυτότητα της χώρας.

Ως εκ τούτου, τα πακέτα δανεισμού δεν έχουν ρητό στόχο, δίνουν λύσεις μόνο στα προβλήματα του τραπεζικού συστήματος και συντηρούν την παγκόσμια οικονομική αναστάτωση χωρίς να έχουν την δυνατότητα να βοηθήσουν την ελληνική κοινωνία να κάνει βήματα μπροστά δεδομένου ότι τα πρωτοφανή δημοσιονομικά μέτρα καθηλώνουν κάθε προσπάθεια δημιουργικής δράσης και αυξάνουν την φτώχεια και τις εισοδηματικές ανισότητες βορά νότου στην ευρωζώνη.

Μέσα σε αυτό το δυσμενές κλίμα, η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται να αγνοεί την εσωτερική πραγματικότητα καθώς έχει αναγγείλει φορολογικά κίνητρα για την χρηματοδότηση επενδύσεων με ξένα κεφάλαια, εξέλιξη η οποία παραβιάζει την αρχή της ισότητας των ευκαιριών, θα επεκτείνει τις ανισορροπίες και τις εσωτερικές αναπτυξιακές αδυναμίες και, θα δώσει το δικαίωμα να εκμεταλλευτούν εντατικά οι ξένοι επενδύτες, το ανθρώπινο δυναμικό και τους φυσικούς μας πόρους, με ότι αυτό συνεπάγεται τόσο για όλους εμάς, όσο και για τις επόμενες γενιές.

Αν με βάση τις εξελίξεις πάρουμε το ρίσκο να κάνουμε πρόβλεψη για το τι θα δούμε όταν θα φτάσουμε στην “απέναντι όχθη”, δεν χρειάζεται να γνωρίζει αρχές μακροοικονομικής για να το καταλάβει κάποιος. Η πραγματικότητα που βιώνουμε όλοι στέλνει σαφές μήνυμα που λέει ότι η πραγματική οικονομία θα έχει συρρικνωθεί σε μη αναστρέψιμο βαθμό, το δημόσιο χρέος θα είναι τόσο σε σχέση με το αεπ, όσο και σε πραγματικά νούμερα μη διαχειρίσιμο σε βαθμό που θα χρειάζεται να δαπανούμε όλα τα δημόσια έσοδα για τοκοχρεολύσια, οι δημοσιονομικές ανισορροπίες θα συνεχίσουν να υπάρχουν σύμφωνα και με τα μέχρι στιγμής στοιχεία, το δημόσιο θα φτάσει σε σημείο να μην μπορεί να υποστηρίξει την κοινωνική λειτουργία, η ανεργία θα έχει κάνει όμηρο της ένα μεγάλο τμήμα του παραγωγικού δυναμικού της χώρας μας, η δημοκρατία θα έχει υποστεί δυσκολοκατάβλητες ρωγμές, κ,α.

Το ερώτημα λοιπόν που εύλογα τίθεται είναι τι πρέπει να κάνουμε;

Εκ των πραγμάτων η εποχή που διανύουμε αλλάζει την έως τώρα οικονομικοκοινωνική πραγματικότητα, δεδομένου ότι το σημερινό “μποτιλιάρισμα” δημιουργεί την ανάγκη, σε όλους, να ψάξουν διαφορετικές θεωρητικές προσεγγίσεις και στρατηγικές αντιμετώπισης.

Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω και το οριακό σημείο που έχουν φτάσει τα πράγματα νομίζω ότι όλοι μας συμφωνούμε στην αρχή που λέει ότι χρειάζονται άμεσες και πρακτικές λύσεις ικανές να ανταποκριθούν αποτελεσματικά στις ανάγκες της εποχής.

Σε παλαιότερο άρθρο είχα υποστηρίξει ότι η λύση στο πρόβλημα χρέους της χώρας είναι να επαναγοραστεί το χρέος μας με ίδιες δυνάμεις, δλδη να αποφασίσουμε σε πρώτη φάση, με δημοψήφισμα, να αγοράσουμε το τρέχον δημόσιο εξωτερικό χρέος, ανάλογα με τις αντικειμενικές δυνάμεις( εισόδημα- καταθέσεις) που έχει ο κάθε ελληνικός αφμ

Στην περίπτωση, η Ελλάδα θα απεγκλωβιστεί από την πίεση των αγορών. Με βάση τις τρέχουσες τιμές στην αγορά ομολόγων θα το αγοράσουμε στο 50% της αρχικής του του αξίας. Ένα μεγάλο ποσό κοντά στα 15 δισ το χρόνο που σήμερα πληρώνουμε για τόκους στο εξωτερικό θα μείνει ως πραγματικό εισόδημα - μοχλός ανάπτυξης να ανακυκλώνεται στην εσωτερική οικονομία, η Ελλάδα θα ανακτήσει την αξιοπιστία της καθώς το ζήτημα της διαχείρισης του ελληνικού χρέους θα γίνει εσωτερική υπόθεση και γενικότερα θα βοηθήσει να μεταβάλλει η χώρα συνολικά τις λειτουργίες της σε ένα πλήθος ζητημάτων με βασικότερο ότι όλοι θα καταλάβουμε ότι τα δημόσια οικονομικά είναι άμεσα συνδεδεμένα με την δική μας καθημερινή λειτουργία σε κάθε επίπεδο. Με άπλα λόγια, το χρέος και η αντιμετώπιση του θα γίνει δική μας υπόθεση.

Δεν υπάρχουν σχόλια: