Παρασκευή, Ιουνίου 25

Τα πολλά πρόσωπα της μετάβασης



Tα πολιτικά πράγματα της εποχής μας χαρακτηρίζονται από την εμμονή της κυβέρνησης να προωθήσει πάση θυσία μεταρρυθμίσεις που έχουν τη σφραγίδα του ΔΝΤ και από την άλλη υπάρχουμε όλοι εκείνοι που διαφωνούμε όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των μεταρρυθμίσεων που προωθεί η κυβέρνηση, από τα συμβαίνοντα είναι προφανές ότι το πασοκ προωθεί ένα νέο είδος ηγεσίας και έχει αποφασίσει να συνεχίσει την πολιτική διαρθρωτικής προσαρμογής της οκταετίας 1996-2004.
Σε αυτή την κατεύθυνση, [των μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης] μεγάλη πίεση άσκησε η κρίση του χρέους που πίεσε τα ελληνικά ομόλογα με άμεση συνέπεια, την εκτίναξη των επιτοκίων τους και την υπαγωγή της χώρας στο μηχανισμό δανεισμού ΕΕ- ΔΝΤ.Παράλληλα, η κρίση του ελληνικού χρέους ώθησε το ευρώ να χάσει μέρος της αξίας του έναντι του δολαρίου και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να ανακοινώνει πακέτο 750 δισ. ευρώ για την Ευρώπη, απόφαση που παρέχει άφθονη ρευστότητα στο σύστημα. Σε αυτή την κατεύθυνση πληροφορίες λένε ότι η ΕΚΤ αγόρασε μέχρι στιγμής ελληνικά ομόλογα, από την αγορά, συνολικής αξίας 35 δις ευρώ, με τους κατόχους να χάνουν το 25% της αξίας τους. Έντονες πιέσεις έχει δεχτεί και το Χ.Α, η μεγάλη πτώση και ο πανικός που δημιουργεί ευνοεί θεσμικούς και μεγάλους παίκτες να επανατοποθετηθούν. Από την άλλη πλευρά οι πολίτες βρίσκονται αντιμέτωποι με την πτώση του βιοτικού επιπέδου, την φτώχια, την ανεργία, την ανασφάλεια ,κ.α.
Μέσα σε αυτό το παζλ γεγονότων και αποφάσεων υπάρχουν και τα προβλήματα που επί μακρόν αντιμετωπίζει το ελληνικό κράτος, προβλήματα τα οποία χρειάζονται άμεσα συγκεκριμένες και αποτελεσματικές προτάσεις. Η πίεση δε που ασκούν, εκ των πραγμάτων, θέτει στρατηγικά διλήμματα όσον αφορά τον τρόπο αντιμετώπισής τους τόσο σε πολιτικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Eπιπροσθέτως, στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας έχει συντελεσθεί ένα σύνθετο σύνολο αλλαγών που θέτουν ταυτόχρονα εν αμφιβόλω τόσο τον παραδοσιακό τρόπο διακυβέρνησης όσο και τη «μεταμοντέρνα διάστασή της» που εκφράζει η σημερινή κυβέρνηση.Επομένως, το ερώτημα που προκύπτει είναι τι μοντέλο άσκησης εξουσίας θέλουμε, δλδη,που πάμε;πως πάμε,γιατί πάμε;μπορεί για παράδειγμα η ανταγωνιστικότητα στην Ελλάδα να αναζητείται σε βάρος των εργαζόμενων; Μπορούμε να δεχτούμε οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης να είναι το κυρίαρχο μοντέλο απασχόλησης; πως θα συνδυαστούν οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τη συμμετοχή μας στην εε με τις πραγματικές ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας; κ.α.
Γίνεται αντιληπτό από τα παραπάνω ότι, εάν μέχρι πρότινος ο κάθε πολιτικός μπορούσε να μεταφράσει, με παραδοσιακούς όρους, την οικονομική και επικοινωνιακή δύναμη σε πολιτική επιρροή σήμερα θα δυσκολευτεί εάν το μήνυμα δεν περιέχει ουσία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: